Βιογραφία
Ο Γιώργος Κωνσταντινόπουλος γνωστός ως George Constant γεννήθηκε στην Αράχοβα το 1892. Έχασε τους γονείς του σε ηλικία τεσσάρων ετών και μεγάλωσε με τους θείους του στο μοναστήρι της Παναγίας της Ελεούσης κοντά στην Πάτρα. Το 1910 μεταναστεύει στο Σαιντ Λούις των Ηνωμένων Πολιτειών έχοντας ήδη πάρει την απόφαση να σπουδάσει καλές τέχνες και το 1912 εγγράφεται στο Washington University of St. Louιs. Με τη βοήθεια μιας υποτροφίας θα συνεχίσει τις σπουδές του στο Art Institute του Σικάγο από όπου θα αποφοιτήσει το 1918. Την ίδια χρονιά θα παντρευτεί με την πιανίστρια Florence Farwell, θα συμμετάσχει για πρώτη φορά σε ομαδική έκθεση στο Arts Club στο Σικάγο και θα αρχίσει να διδάσκει στο κοινωνικό ίδρυμα Hull House στην ίδια πόλη. Την περίοδο 1920-1921 διδάσκει στο Dayton Art Institute και στη συνέχεια θα εγκατασταθεί στην Νέα Υόρκη. Τα χρόνια της ύφεσης ο Constant θα δραστηριοποιηθεί σε δημόσια έργα και προγράμματα του Works Progress Administration και σε αυτό το πλαίσιο θα συμπεριληφθεί έργο του στην έκθεση New Horizons of American Art, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1936 στο MOMA της Νέας Υόρκης. Καθώς η εθνική τραγωδία της αμερικάνικης οικονομικής κατάρρευσης έφτανε στο τέλος της, το 1937 ο Constant θα βρεθεί μπροστά στο προσωπικό δράμα του θανάτου της συζύγου του. Θα παντρευτεί με τη μικρότερη αδερφή της Elisabeth Farwell την οποία επίσης θα χάσει λίγα χρόνια αργότερα από χρόνια καρδιακή πάθηση. Το 1942 θα παντρευτεί την χορεύτρια Καλλιρρόη Λεκάκη, αδερφή του καλλιτέχνη Μιχάλη και της κεραμίστριας Κατερίνας Λεκάκη και σε αυτό το περιβάλλον θα βρει για πρώτη φορά οικογενειακή σταθερότητα. To 1945 ο Constant επισκέπτεται για πρώτη φορά την περιοχή Shinnecock Hills στο Λονγκ Άιλαντ, στην οποία θα αρχίσει να παραθερίζει. Μέχρι την δεκαετία του 50 θα διαμορφωθεί γύρω του ένας κύκλος ελληνικής καταγωγής καλλιτεχνών που θα δραστηριοποιηθούν στην περιοχή αυτή και θα αυτοαποκαλούνται «οι κουμπάροι». Σχεδόν σε ολόκληρο το έργο του ο κύριος θεματολογικός του άξονας είναι ο άνθρωπος και οι ανθρώπινες σχέσεις. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1940 εγκαταλείπει σταδιακά τις τρυφερές απεικονίσεις γυναικείων και παιδικών φιγούρων και θα αρχίσει να εισάγει στιβαρές φόρμες οι οποίες εντάσσονται σε ένα ακανόνιστο κάνναβο. Τα σώματα στα σφιχταγκαλιασμένα συμπλέγματα αντρών, γυναικών, παιδιών και ζώων που απεικονίζονται στο ώριμο έργο του διαχωρίζονται μόνο χρωματικά, χωρίς κανένα κενό ανάμεσα τους, και καλύπτουν ολόκληρη την επιφάνεια του καμβά. Όπως φαίνεται και από την μοναδική μονογραφική έκδοση για το έργο του που εκδόθηκε το 1961, έργα του Constant βρίσκονταν σε συλλογές σημαντικών μουσείων των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως το Walker art Center, το Brooklyn Museum και το Metropolitan και συμμετείχε σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις σε μουσεία και άλλους χώρους όπως στο Art Institute of Chicago (1940, 1941, 1942, 1943, 1946), Metropolitan Museum of Art (1941, 1942, 1952), Whitney Museum of American Art (1946, 1948, 1949). Πέθανε το 1978 στο Λονγκ Άιλαντ.
Σταμάτης Σχιζάκης
Ιστορικός τέχνης, επιμελητής
Ο Σταμάτης Σχιζάκης σπούδασε Ιστορία και Θεωρία Τέχνης και Φωτογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Derby και Ιστορία Τέχνης του 20ου αιώνα στο Goldsmiths College. Από το 2005 εργάζεται στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ως ιστορικός τέχνης και επιμελητής. Είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο πανεπιστήμιο του Sunderland.