Βιογραφία
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας το 1934. Η γονείς του, Έλληνες μετανάστες, ασχολούνταν με τη γεωργία και την αλιεία. Στα 13 του χρόνια, γίνεται μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του και έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τη φωτογραφία. Αργότερα, σπουδάζει Αγγλική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του γνωρίζει τον Henri Cartier-Bresson και αποκτά την πρώτη του μηχανή Leica, την οποία χρησιμοποιεί για λήψεις απογόνων σκλάβων που εργάζονταν σε φυτείες. Υιοθετώντας την ίδια τεχνική με τον Cartier-Bresson, ο Μάνος δημιουργεί ασπρόμαυρες φωτογραφικές συνθέσεις μέσα από το σκόπευτρο και αιχμαλωτίζει στον φακό κάθε τυχαίο περιστατικό. Το 1953 γίνεται ο επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης στο Tanglewood Festival της Μασαχουσέτης. Απόρροια της συνεργασίας του αυτής αποτελεί το πρώτο του φωτογραφικό λεύκωμα με τίτλο Portrait of Α Symphony, 1961 που περιλαμβάνει φωτογραφίες από πρόβες και παραστάσεις της ορχήστρας στο ωδείο της πόλης. Το 1954 έως το 1956 υπηρετεί στον αμερικανικό στρατό και μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη όπου εργάζεται για τα περιοδικά Esquire, Life και Look. Από το 1961 έως 1963 ζει στην Ελλάδα και δουλεύει για τη δημιουργία του λευκώματος A Greek Portfolio, το οποίο κυκλοφόρησε το 1972 (επανεκδόθηκε το 1999), απαθανατίζοντας εφήμερες καθημερινές στιγμές και ασυνήθιστα πρόσωπα της ελληνικής υπαίθρου, με λιτή, αυστηρή αλλά και τρυφερή ματιά, συνδέοντας παράλληλα την ανθρώπινη μορφή με το φυσικό τοπίο και την περιβάλλουσα αρχιτεκτονική. Το 1963 ο γίνεται μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Ύστερα εγκαθίσταται στη Βοστώνη και συνεργάζεται με τις εκδόσεις Time – Life. Από το 1974 εργάζεται ως κύριος φωτογράφος του Where’s Boston, μιας παραγωγής πολυμέσων με θέμα τη ζωή της πόλης 200 χρόνια μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία. Με το πρόγραμμα αυτό συνδέεται η επόμενη του έκδοση λευκώματος με τίτλο Bostonians. Το 1982 περνά στην έγχρωμη φωτογραφία θέλοντας να υπερβεί το φωτογραφικό ντοκουμέντο, και παράγει τα πρώτα δείγματα από το σειρά του American Color, την οποία δημοσιεύει στο ομότιτλο βιβλίο το 1995. Οι έγχρωμες φωτογραφίες του, με τα έντονα χρώματα και την ανάγλυφη προσέγγιση των ανθρώπων, εστιάζουν στη φαντασμαγορία και τον σουρεαλισμό των λαϊκών εορτών και παρελάσεων των ΗΠΑ, του κόσμου που συναντά σε παραλίες και σε άλλους δημόσιους χώρους. Μέσω των έγχρωμων φωτογραφιών θέτει ερωτήματα παρουσιάζοντας θέματα που εκ πρώτης όψεως φαίνονται επιφανειακά και χωρίς ιστορική αξία. Το 2003 αποσπά το βραβείο Leica Medal of Excellence για το λεύκωμα American Color. Το 2010 δημοσιεύεται η συνέχεια αυτής της δουλείας με τον τίτλο American Color 2. Φωτογραφίες του βρίσκονται σε πολλές συλλογές μουσείων και ιδρυμάτων όπως του MoMA της Νέας Υόρκης, του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγου, του Μουσείου Καλών Τεχνών του Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης της Ατλάντα καθώς και του Μουσείου Μπενάκη στην Αθήνα. Το λεύκωμά του A Greek Portfolio έχει λάβει διακρίσεις στο Φωτογραφικό Φεστιβάλ της Arles και στο Φεστιβάλ Βιβλίου της Λειψίας ενώ εικόνες του έχουν παρουσιαστεί σε εκθέσεις στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου, στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού και στο Μουσείο Μπενάκη (2013), συμπεριλαμβανομένων ογδόντα αδημοσίευτων φωτογραφιών. Φωτογραφίες από τα λευκώματα American Color, 1995 και American Color 2, 2010, παρουσιάστηκαν πρόσφατα στην έκθεση American Color/Florida Pictures, 2017 στο Μουσείο Ιστορίας του Μαϊάμι στη Φλόριντα.
Μάρη Σπανουδάκη
Επιμελήτρια & Ερευνήτρια