Βιογραφία
Το αρχοντικό νησί της Κέρκυρας, όπου από το 1824 λειτούργησε το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο, που πήρε το όνομα της Ιονίου Ακαδημίας, με εξαίρετους επιστήμονες και λόγιους, όπως οι Ανδρέας Μουστοξύδης, Χριστόφορος Φιλητάς, Κωνσταντίνος Ασώπιος, Θεόκλητος Φαρμακίδης, Ανδρέας Κάλβος, αποτέλεσε, χάρη και στη μακραίωνη συμβίωση με τους Ενετούς (1386-1797), το γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη μιας κοσμοπολιτικής ζωής και μιας αντίστοιχης πολιτιστικής ακμής, ενώ υπήρξε, παράλληλα, τόπος κατοικίας εκλεκτών ξένων, όπως ο περιηγητής ζωγράφος Edward Lear και ο συγγραφέας Lawrence Durrel, αλλά και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός.[1] Το τελευταίο τέταρτο του αιώνα εμφανίζονται μια χορεία Κερκυραίων ζωγράφων που δεν στάθηκαν μιμητές της ιταλικής τέχνης, όπως οι Στέλιος Δεσύλας (1875-1913), Βικέντιος Μποκατσιάμπης (1856-1933), Σπύρος Πιζάνης (1870-1927) και ο Άγγελος Γιαλλινάς. Οι ζωγράφοι αυτοί μαζί και με τους νεώτερους Λυκούργο Κογεβίνα (1887-1940) και Μάρκο Ζαβιτσιάνο (1884-1923), αλλά και με τον πρώτο δάσκαλο του Γιαλλινά, Χαράλαμπο Παχή (1844-1891), παράγουν έργο ιδιαίτερης βαρύτητας «που ξεπερνάει τα στενά όρια του νησιού», όπως τονίζει ο Τώνης Σπητέρης.[2] Ο Γιαλλινάς, γιος του Στάμου Γιαλλινά-Χαλικιόπουλου-Αγοραστού και της Έλενας, το γένος Φραγκίσκου Μελίκη,[3] θα γεννηθεί στις 5 Μαρτίου του 1857 στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, επτά χρόνια πριν την Ένωση με την Ελλάδα, σε οικογένεια ευγενούς καταγωγής, την πλουσιότερη οικογένεια της Επτανήσου για δύο και πλέον αιώνες, όπως υπογραμμίζει ο Θεόδωρος Βελλιανίτης,[4] η οποία κατοικούσε σε ένα από τα παλιότερα αρχοντικά του νησιού, στο βορειοδυτικό μέρος της Άνω Πλατείας Σπιανάδας, στην οδό Καποδιστρίου 16, σε κτήριο το οποίο έχει σήμερα κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο και προορίζεται να διαμορφωθεί σε ένα σύγχρονο Μουσείο για το έργο του. Ο Γιαλλινάς μαθητεύει στο εκπαιδευτήριο «Καποδίστριας», όπου είναι ένας αδύναμος μαθητής και τίποτα δεν προμηνύει τη λαμπρή πορεία που θα ακολουθήσει.[5]
Τα πρώτα του καλλιτεχνικά μαθήματα τα παίρνει στη Σχολή του επιφανούς τοπιογράφου της εποχής Χ. Παχή, την περίοδο 1872-75. Το 1875, με την υποστήριξη της οικογένειάς του, φεύγει για την Ιταλία, όπου σπουδάζει κατά σειρά στη Βενετία (1875-77, Accademia di Belle Arti), τη Νάπολη (1878, Istituto di Belle Arti) και τη Ρώμη, μέχρι το 1878, χωρίς, όμως, να πάρει κάποιο δίπλωμα.[6] Εκεί θα αφομοιώσει στην τέχνη του στοιχεία από τη σχολή υδατογραφίας του Giacinto Gicante (1806-1870) και τη ναπολιτάνικη σχολή του Posilippo, καθώς και τον ιταλικό βερισμό.[7] Με την επιστροφή του στην Κέρκυρα το 1879 έχει ήδη αποφασίσει να στραφεί αποκλειστικά στην υδατογραφία, τη γνωστή με τη διεθνούς χρήσης ιταλική λέξη ακουαρέλα, τεχνική που εφάρμοσε εν μέρει και ο πρώτος του Κερκυραίος δάσκαλος, Χ. Παχής. Το 1881 ιδρύει με τον Β. Μποκατσιάμπη ιδιωτική καλλιτεχνική σχολή, που εξελίσσεται το 1884 στην «Καλλιτεχνική Σχολή Κέρκυρας».[8] Φαίνεται ότι η δύσκολη οικονομική κατάσταση που αντιμετώπισε η οικογένειά του, κοινό στοιχείο εκείνη τη μεταβατική περίοδο της Ένωσης με την αδύναμη οικονομικά Ελλάδα για πολλές μέχρι τότε εύπορες οικογένειες του νησιού, όπως του ομότεχνού του Γεώργιου Σαμαρτζή,[9] αποτέλεσε το κίνητρο του Γιαλλινά για να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη ζωγραφική και να βιοποριστεί από αυτή.[10] Τα πρώτα του θέματα θα τα εντοπίσει περιπλέοντας τα παράλια της Μικράς Ασίας και θα τα εκθέσει στη Βιέννη ελκύοντας την προσοχή.[11] Επίσης θα ταξιδέψει στη Ρόδο (1884) και την Κωνσταντινούπολη (1885).[12] Το 1884 συμμετέχει στο Σαλόν του Παρισιού. Κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα το 1886, την οποία οργανώνει ο Μιχαήλ Μελάς στην «Αθηναϊκή Λέσχη», προκαλώντας ιδιαίτερα θετική εντύπωση.[13] Το ταλέντο του θα διακρίνει ο πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα Clare Ford, που θα τον καλέσει μαζί του στην Ισπανία όπου μετατίθεται ως πρεσβευτής.[14] Το 1887 οργανώνει με επιτυχία έκθεση στη Μαδρίτη, μετά από περιηγήσεις του στη Μαδρίτη, την Αλάμπρα και το Τολέδο.[15] Στη συνέχεια συμμετέχει σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα, λαμβάνοντας, μάλιστα, το χρυσό μετάλλιο στην έκθεση «σκαριφημάτων» στον Παρνασσό το 1890. Το ίδιο έτος γνωρίζει την αυτοκράτειρα Σίσσυ (Ελισάβετ) της Αυστρίας που θα τον εκτιμήσει βαθιά και θα αγοράσει έργα του.[16] Το 1896 λαμβάνει μέρος στην ιδιαίτερα επιτυχημένη έκθεση του Ζαππείου με την ευκαιρία των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων, καταλαμβάνοντας μια ολόκληρη αίθουσα με τα έργα του. Ο Δ. Ι. Καλογερόπουλος θα παρατηρήσει ότι ο Γιαλλινάς «εξέρχεται νικηφόρος εκ της εκθέσεως τούτης».[17] Στο μεταξύ είχε οργανωθεί πολύ σημαντική ατομική έκθεσή του στο Λονδίνο (1892, Gallery Craves), αποσπώντας εγκώμια από τη βρετανική κριτική, ενώ στην Ελλάδα η «Εφημερίς» τον αποκαλεί «ποιητικόν ζωγράφον της ελληνικής φύσεως».[18] Το 1895 συνάπτει γάμο με την επίσης ζωγράφο και μαθήτριά του Αγγελική Τοπάλη. Το 1897 εικονογραφεί μαζί με τους Γύζη, Λύτρα, Ιακωβίδη, Ράλλη, Ρίζο και Φωκά τα Διηγήματα του Δημητρίου Βικέλα. Το 1900 συμμετέχει στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού. Τα έτη 1901, 1903, 1905 συμμετέχει στην εκθέσεις του «Παρνασσού». Το 1902 ιδρύει την Καλλιτεχνική και Βιοτεχνική Σχολή στην Κέρκυρα, όπου διδάσκει. Το 1903 διαμένει για πέντε μήνες στη Ρώμη, φιλοτεχνώντας λεύκωμα με απεικονίσεις μνημείων και τοπίων της πόλης. Το 1905 διοργανώνει έκθεση στο Βερολίνο (Αίθουσα «Schulte»), με εξίσου μεγάλη επιτυχία. Ο Γερμανός τεχνοκρίτης της περιόδου υπογραμμίζει επιδοκιμαστικά ότι «εικονίζει αισθηματικώς τον ουρανόν της Κερκύρας και παρουσιάζει τον ορίζοντα πλήρης ατμοσφαίρας».[19] Τα επόμενα έτη (1907-09) λαμβάνει μέρος στις τρεις εκθέσεις της Καλλιτεχνικής Εταιρείας στο Ζάππειο, και το 1915 στην Έκθεση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών. Το 1907-08 ασχολήθηκε και με τη διακόσμηση του «Αχίλλειου» στο Γαστούρι της Κέρκυρας, πάλαι ποτέ βίλα της βασίλισσα Ελισάβετ της Αυστρίας (1837-1898), την οποία είχε αποκτήσει ο κάιζερ Γουλιέλμος Β’ της Γερμανίας το 1907 και με τη βοήθεια του Ερνέστου Τσίλερ (1837-1923) έκανε παρεμβάσεις και την ξαναχρησιμοποίησε μέχρι το 1914. Το 1918 οργανώνει μεγάλη ατομική στην αίθουσα GEO στην Αθήνα με 161 έργα. Το 1920 εκθέτει έργα του στο Παρίσι στην αίθουσα Georges Petit. Τέλος, το 1922 εκθέτει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στην αίθουσα San Stefano και το 1924-25 ταξιδεύει στην Ελβετία όπου ζωγραφίζει τον πύργο Chillon στο Μοντρέ.[20] Πεθαίνει στο νησί του, στο οποίο προσέφερε και μέσα από πολλά σωματεία (Εργατική Αδελφότητα, 1911-1923∙ Λιμενική Επιτροπή Κερκύρας, 1924-1927∙ Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας «Παλαιά», 1926-1931∙ ενώ διατέλεσε πολλές φορές και δημοτικός σύμβουλος μέχρι το 1935), το 1939, ενώ δεν ξεπέρασε ποτέ τον θάνατο του πρώτου από τα δύο παιδιά του, της Νέλλα-Φλωράνς το 1925 σε ηλικία 25 ετών. Το 1970 διοργανώνεται αναδρομική έκθεση για το έργο του στην Κέρκυρα, το 1974 στην Εθνική Πινακοθήκη από τον Δημήτρη Παπαστάμο, και το 2019 στην Πινακοθήκη Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας σε συνεργασία με το Ίδρυμα «Πινακοθήκη Άγγελου Γιαλλινά», με τον υπότιτλο: «Με φως και χρώμα κερκυραϊκό» (επιμ. Μαρίνα Παπασωτηρίου). Η Εθνική Πινακοθήκη μέχρι το 1939 δεν είχε αγοράσει κανένα έργο του,[21] ενώ σήμερα εκτίθεται ένα τοπίο στο κεντρικό της κτήριο και διαθέτει συνολικά 17 έργα του. Το 1992 το σπίτι του έγινε Πινακοθήκη που φιλοξενούσε 594 έργα του αλλά το 2010 αποκαλύφθηκε ότι είχε βεβηλωθεί και έλειπαν 15 έργα του, κάποια από τα οποία βρέθηκαν το 2016. Έργα του βρίσκονται σε μουσεία Γερμανίας, Αυστρίας, Ρωσίας, Ιταλίας, Βασιλικά Ανάκτορα Αγγλίας και Ελλάδας, στην Πινακοθήκη Ρόδου, στη Συλλογή Τράπεζας της Ελλάδος, στη Συλλογή Λεβέντη κ.α.
Ο Αγγ. Γιαλλινάς ήταν ίσως ο πλέον συμπαθής ζωγράφος της εποχής του,[22] κατορθώνοντας «ν’αναδειχθή νωρίς και ακόπως»,[23] με τις περισσότερες πωλήσεις έργων μέσα και έξω από την Ελλάδα.[24] Κατόρθωσε να αποτυπώσει με ιδιαίτερη δεινότητα το υγρό στοιχείο χάρη στην άψογη χρήση της πιο ελεύθερης και αέρινης τεχνικής της υδατογραφίας και την εύστοχη επιλογή των τοποθεσιών που απεικόνιζε. Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής ιστορίας της τέχνης Χρύσανθος Χρήστου υπογραμμίζει την ελευθερία από κάθε ακαδημαϊκό περιορισμό και την έμφαση στις χρωματικές και τις ζωγραφικές αξίες του έργου του.[25] Όπως παρατηρεί ο Μανόλης Βλάχος: «Απέδωσε με λεπτότητα και ευαισθησία την τοπιογραφία της θάλασσας».[26] Τα έργα του, αν και φαίνεται να είναι επηρεασμένα και από τον γαλλικό ιμπρεσιονισμό με την έμφαση στις εναλλαγές του φωτός και την απόδοση της ατμόσφαιρας,[27] διατηρούν, παράλληλα, έντονη ποιητική διάθεση και ευαισθησία, που θυμίζει και την ιταλική τέχνη της εποχής του, έχοντας στοιχεία και από την ελαφρότητα και τη χάρη της αγγλικής υδατογραφίας, όπως παρατηρεί ο συντοπίτης του τεχνοκρίτης Φώτος Γιοφύλλης.[28] Ο Γιαλλινάς είναι γνώστης της ατμόσφαιρας του ρομαντικού 19ου αιώνα και της θαλασσινής αύρας με την οποία τυλίγει κι ο ίδιος πολλές φορές τα τοπία του, κατορθώνοντας να «εκφράζει περισσότερο την υφή και τον εσώτερο χαρακτήρα του τόπου, χωρίς να επιμένει σε λεπτομερειακά αφηγηματικά στοιχεία», όπως τονίζει ο Τ. Σπητέρης.[29] Με τα τοπία του, όπως οι Άγγλοι και οι Γερμανοί ρομαντικοί τοπιογράφοι, αποδίδει μια ψυχική κατάσταση, θέλοντας να αποτυπώσει την ποίηση και την ψυχή της φύσεως,[30] έχοντας ως σκοπό να συγκινήσει με τη δύναμη του ωραίου.[31] Πετυχαίνει, με αυτόν τον τρόπο, να αποκαλύπτει το χαρακτηριστικό στοιχείο του τόπου που απεικονίζει, το genius loci, στοιχείο που είχε διαπιστώσει εύστοχα ο πρώτος μελετητής του Θεόδωρος Βελλιανίτης.[32] Επίσης θα αποτυπώσει τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα «ωραία μας ερείπια» όπως τα αποκαλούσε ο Οδυσσέας Ελύτης, με ένα τρόπου που μας μεταγγίζει την αίσθηση του νέου που αποπνέει η πρόσφατη τότε ανακάλυψή τους, καθώς και όλα σχεδόν τα μεγάλα μνημεία με την ίδια φρέσκια πάντα ματιά.[33] Εκτός από παραθαλάσσια τοπία θα αποτυπώσει με την ίδια τεχνική αρτιότητα και χρωματική ευχέρεια παραδοσιακές ενδυμασίες, ηθογραφικές εικόνες από τη ζωή στο ύπαιθρο, αρχιτεκτονικά μνημεία και παραδοσιακά σπίτια της Κέρκυρας, καθώς και πανοραμικές όψεις της όμορφα δομημένης παλαιάς πόλης του νησιού, και πολλές απόψεις του «Αχίλλειου». Τα έργα του έχουν διαύγεια, αρμονικές χρωματικές ισορροπίες, απαλά περιγράμματα, ατμοσφαιρικό φως -το χαρακτηριστικό της μεσογείου-, αν και κάποιες φορές οι τόνοι του γίνονται γλυκεροί και θυμίζουν καρτ ποστάλ. Όπως θα παρατηρήσει ο Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, παρά τα εύλογα ελαττώματα που έχει η ιδιαίτερα αυξημένη παραγωγικότητά του λόγω και των πολλών παραγγελιών που δεχόταν, δεν συναντούμε ποτέ στα έργα του «δειλίαν χρωστήρος, αδαημοσύνην τεχνικήν. Πανταχού τουναντίον θριαμβεύει η ζωή, ην μυριοτρόπως αποδίδει ο χρωστήρ του».[34] Πάντως το ύφος του Γιαλλινά τυποποιήθηκε από τους πολλούς και όχι τόσο γνωστούς μαθητές του, ενώ αναπαράχθηκε και πολλές φορές σε καρτ ποστάλ (Επιστολικά Δελτάρια) από τη γνωστή τυποτεχνική εταιρεία της Κέρκυρας «Ασπιώτη-ΕΛΚΑ»,[35] με συνέπεια να φαίνονται αδίκως μονότονα, ίσως λόγω της δημοφιλίας τους και της μεγάλης τους διάδοσης. Όπως υπογραμμίζει ο Δημήτρης Παπαστάμος στην αναδρομική έκθεση για το έργο του στην ΕΠΜΑΣ το 1974, οι υδατογραφίες του μεγαλύτερου υδατογράφου του πρώτου μισού του 20ου αιώνα στην Ελλάδα και αναμφισβήτητα ενός από τους μεγαλύτερους διεθνώς είναι η «ποιητική μετάφραση και η ζωγραφική μεταφορά του κόσμου των απλών πραγμάτων και των ευγενικών εντυπώσεων, η σαγηνευτική συμβολή στην νοσταλγία ενός κόσμου, μιας εποχής που πέρασε».[36]
[1] Βλ. Μανόλης Χατζηδάκης, «Κερκύρας έπαινος. Ο προδρομικός ρόλος της στην εξέλιξη της νεώτερης Ελλάδας», Η Καθημερινή – Επτά Ημέρες, αφιέρωμα «Κέρκυρα», επιμ. Β. Σταυρακας, τ. Ε’ «Νησιά του Ιονίου», Αθήνα 1996, σ. 4, 10, 12.
[2] Τώνης Σπητέρης, 3 αιώνες νεοελληνικής τέχνης 1660-1967, τ. Α’, Αθήνα 1979, σ. 318.
[3] Γιάννης Σ. Πιέρης, «Άγγελος Γιαλλινάς, ο κορυφαίος Έλληνας υδατογράφος», στο Άγγελος Γιαλλινάς. Με φως & χρώμα κερκυραϊκό, επιμ. Μαρίνα Παπασωτηρίου, Πινακοθήκη Δήμου Κέρκυρας 2019, σ. 17.
[4] Θεόδ. Βελλιανίτης, «Άγγελος Γυαλλινάς», Τα Ολύμπια, τχ. 30, 2/6/1896, σ. 237.
[5] Θ. Βελλιανίτης, «Άγγελος Γιαλλινάς», Εστία, τχ. 8, 1893, σ. 113.
[6] Κ. Δάφνης, «Γιαλλινάς: ένας ζωγράφος που τον αποθέωση η Ευρώπη», Τα Νέα, 10/3/1969, σ. 7.
[7] Δημήτρης Παπαστάμος, Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο 1991, σ. 25-26.
[8] Γιάννης Σ. Πιέρης, ό.π., σ. 18.
[9] Βλ. Γιώργος Κάρτερ, Ο ζωγράφος Γεώργιος Σ. Σαμαρτζής, Αθήνα 1997, σ. 57-61.
[10] Βλ. Θ. Βελλιανίτης, «Άγγελος Γιαλλινάς», Εστία, ό.π., σ. 111.
[11] Ό.π., σ. 113.
[12] Γιάννης Σ. Πιέρης, ό.π., σ. 18.
[13] Βλ. Επτανήσιοι καλλιτέχνες του 18ου και 19ου αιώνα, επιμέλεια Μάνος Στεφανίδης, ΕΠΜΑΣ 1993.
[14] Φώτος Γιοφύλλης, «Άγγελος Γυαλινάς», Νέα Εστία, τ. 59, τχ. 689, 15/3/1956, σ. 370.
[15] Γιάννης Σ. Πιέρης, ό.π., σ. 18.
[16] Ό.π.
[17] Κώστας Μπαρούτας, Η εικαστική ζωή και η αισθητική παιδεία στην Αθήνα του 19ου αιώνα, Αθήνα 1990, σ. 136
[18] Ό.π., σ. 123.
[19] Θεοδ. Βελλιανίτης, «Άλλοτε και τώρα. Η ψυχή των τοπείων», Εμπρός, 17/12/1925, σ. 1.
[20] Μαρίνα Παπασωτηρίου, «Οδός ζωγράφου Άγγελου Γιαλλινά» στο Άγγελος Γιαλλινάς. Με φως & χρώμα κερκυραϊκό, ό.π. σ. 33.
[21] Κ. Δάφνης, ό.π. Η ερμηνεία ότι υποτιμήθηκε το έργο του λόγω της τεχνικής της υδατογραφίας που δεν θεωρούνταν ισάξια των υπολοίπων δεν ευσταθεί, καθώς πολλοί καταξιωμένοι καλλιτέχνες πριν από τον Γιαλλινά την είχαν χρησιμοποιήσει, όπως οι Albrecht Dürer, William Blake, Carl Rottmann, Edward Lear, William Turner, William «Grecian» Williams, Christian Hansen, αλλά και οι σημαντικοί για τη Νεοελληνική Ζωγραφική καλλιτέχνες Γεράσιμος Πιτζαμάνος, Αθανάσιος Ιατρίδης, Γιώργος Μαργαρίτης, Πολυχρόνης Λεμπέσης, Ελένη Αλταμούρα, Σταμάτης Βούλγαρης, και ο Γρηγόριος Σούτζος με την πρώτη θαλασσογραφία της Νεολληνικής Ζωγραφικής με τίτλο Άποψη του Πειραιά.
[22] Θεόδ. Βελλιανίτης, «Άγγελος Γυαλλινάς», Τα Ολύμπια, ό.π., σ. 238.
[23] Σχόλιο του Ροΐδη το 1896.
[24] Αντώνης Κωτίδης, Ελληνική Τέχνη, Ζωγραφική 19ου Αιώνα, Αθήνα 1995, σ. 248.
[25] Χρύσανθος Χρήστου, Η ελληνική ζωγραφική 1832-1922, Αθήνα 1993, σ. 83.
[26] Μανόλης Βλάχος, Η ελληνική θαλασσογραφία και η ευρωπαϊκή θαλάσσια εικόνα, Αθήνα 1993, σ. 150.
[27] Αθανάσιος Χρήστου, Κερκυραίοι ζωγράφοι του 19ου και του 20ού αιώνα, Κέρκυρα 199-, σ. 8.
[28] Φ. Γιοφύλλης, ό.π., σ. 371.
[29] Τώνης Σπητέρης, ό.π., σ. 322. Ο Σπητέρης θα αναγνωρίσει στο Γιαλινά και στον Οδυσσέα Φωκά δύο από τους «πρώτους ζωγράφους που αντίκρυσαν το ελληνικό τοπίο με διαφορετική όραση» (ό.π., τ. Β’, σ. 35).
[30] Θεοδ. Βελλιανίτης, «Άλλοτε και τώρα. Η ψυχή των τοπείων», ό.π., σ. 1.
[31] Ο ίδιος, «Άγγελος Γυαλλινάς», Τα Ολύμπια, ό.π., σ. 237.
[32] Ο ίδιος, «Άγγελος Γιαλλινάς», Εστία, ό.π., σ. 115.
[33] Μαρίνα Παπασωτηρίου, ό.π., σ. 30.
[34] Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, «Καλλιτεχνική Έκθεσις», Παρνασσός, τ. ΙΓ’, τχ. Α’ Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1890, σ. 265.
[35] Και ο Γιαλλινάς, εξάλλου, είναι από τους πρώτους Έλληνες ζωγράφους που χρησιμοποιεί ως σπουδή και τις φωτογραφικές λήψεις, τις οποίες έκανε ο ίδιος.
[36] Άγγελος Γιαλινάς (1857-1939), επιμ. Δημήτρης Παπαστάσμος, ΕΠΜΑΣ 1974.
Ανέστης Μελιδώνης
Ιστορικός Τέχνης
Επιστημονικός Συνεργάτης του Ιδρύματος Ελληνική Διασπορά